Πέντε χρόνια μετά

Η γνωστή ρήση του Μαρξ πως η Ιστορία επαναλαμβάνεται ως φάρσα θα μπορούσε να έχει διατυπωθεί αποκλειστικά για το δημοψήφισμα του 2015.

Πράγματι, αν το 1915 σηματοδοτεί την έκρηξη του Εθνικού Διχασμού, του ανομολόγητου αυτού εμφυλίου μέσα από τον οποίο γεννήθηκαν οι δύο μεγάλες πολιτικές παρατάξεις που εξακολουθούν να κυριαρχούν στην πολιτική σκηνή της χώρας, το 2015 υπήρξε ένα κακέκτυπο αντίγραφο, που ευτυχώς αποδείχθηκε άσφαιρο.

Και αν το «Οχι» του 1940 ήταν μια συνειδητή συστράτευση για να αποκρουστεί με πάθος αλλά και οργάνωση η ένοπλη εισβολή, το αντίστοιχο του 2015 δεν ήταν τίποτα παραπάνω από μια ανώριμη θυμική αντίδραση, έκφραση της επιπόλαιας πίστης πως αρκούσε ένα βροντερό «Οχι» «για να τερματιστεί η λιτότητα και να επανέλθουν στη χώρα μας η ευημερία και η κοινωνική δικαιοσύνη», όπως τόνιζε στο διάγγελμά του ο τότε πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας.

Εχουν περάσει πέντε χρόνια από τον Ιούλιο του 2015 και έχω την αίσθηση πως στοιχειώνει τη μνήμη όσων το βίωσαν ως μέγιστη απειλή περισσότερο από όσων το αντιμετώπισαν ως ύψιστη έκφραση ανόθευτης εθνικής υπερηφάνειας.

Για πολλούς ψηφοφόρους του, το «Οχι» είχε μια απελευθερωτική διάσταση, ήταν η στιγμή που αισθάνονταν πως όρθωναν το πληγωμένο τους ανάστημα.

Ομως η αίσθηση αυτή εδραζόταν σε δύο στρεβλές προϋποθέσεις: πως η επιλογή αυτή θα οδηγούσε σε μια θετική έκβαση και πως αν αποτύγχανε, οι επιπτώσεις της θα ήταν ασήμαντες. Παράλληλα, όμως, η επιλογή του «Ναι» έπασχε και εκείνη σε δύο καίρια σημεία: πως οι πολίτες θα επέλεγαν τελικά τη λογική και την ασφάλεια σε σχέση με το συναίσθημα και το ρίσκο και πως η επιλογή του «Οχι» θα ήταν τελεσίδικη.

Για τις πραγματικές προθέσεις του Αλέξη Τσίπρα έχουν γραφτεί πολλά, κυρίως πως προκήρυξε το δημοψήφισμα για να το χάσει και να πραγματοποιήσει έτσι την αναπόφευκτη κωλοτούμπα του στο όνομα της λαϊκής ετυμηγορίας. Η άποψη έχει λογική, βρίσκεται όμως σε αναντιστοιχία με την ορμητική του καμπάνια υπέρ του «Οχι». Στο ίδιο το διάγγελμα του δημοψηφίσματος καλούσε τους πολίτες να αποφασίσουν «κυρίαρχα και περήφανα, όπως η Ιστορία των Ελλήνων προστάζει».

Προφανώς, κάπου ο Τσίπρας πίστευε πως το δημοψήφισμα θα τρόμαζε τους υπόλοιπους ηγέτες της Ευρωζώνης, πως οι αγορές θα κλόνιζαν το ευρώ, ίσως πως Ρώσοι, Κινέζοι, ή οι «λαοί της Ευρώπης» θα έβγαιναν να τον στηρίξουν.

Ομως αντί για ήρωας το βράδυ εκείνης της Κυριακής αποκαλύφθηκε ως ο απίστευτα επιτυχημένος πλασιέ ενός ανύπαρκτου προϊόντος. Ζύγισε λοιπόν τις επιλογές του, την ηρωική έξοδο με σίγουρη κατάληξη τα ερείπια από τη μία και τον συμβιβασμό μαζί με τον εξευτελισμό του από την άλλη, και επέλεξε τη δεύτερη, γλιτώνοντας την χώρα και τον εαυτό του από μια απίστευτη καταστροφή.

Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015, οι «παγωμένοι» πολίτες στάθηκαν ιδιαίτερα γενναιόδωροι απέναντί του, προσφέροντάς του μια δεύτερη ευκαιρία. Και ενώ είχε τη μοναδική δυνατότητα να «επανασυστηθεί» με νέο όραμα και πρόγραμμα, πέταξε την ανέλπιστη αυτή ευκαιρία στα σκουπίδια, παλινδρομώντας ανάμεσα στον πειρασμό ενός καθεστωτικού στραγγαλισμού των θεσμών και του ελέγχου της κοινωνίας (που ευτυχώς, όπως ανακαλύπτουμε καθημερινά, ο Νίκος Παππάς δια-χειρίστηκε με απίστευτη ανικανότητα) και τη φρούδα ελπίδα πως μια πολιτική μίζερης και ρηχής διεκπεραίωσης αρκούσε για να οδηγήσει στο πολυπόθητο αναπτυξιακό άλμα.

Πέντε χρόνια μετά, η χώρα έχει γυρίσει οριστικά σελίδα. Ο συνδυασμός του αυτονόητου και συνάμα επαναστατικού αιτήματος της διαχειριστικής επάρκειας με τον αναγκαστικό ρεαλισμό που προέκυψε μέσα από τη βίαιη ενηλικίωση μιας φοβερής δεκαετίας, έθεσε τα θεμέλια της πολιτικής αλλαγής του Ιουλίου 2019.

Η ορθή διαχείριση αυτής της πολιτικής παρακαταθήκης είναι ο μόνος τρόπος για να καταφέρουμε να θυμόμαστε τις δραματικές μέρες του Ιουλίου 2015 ως τη φάρσα που ήταν και όχι ως την τραγωδία που παραλίγο να ζήσουμε.

* Ο κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης, κάτοχος της έδρας Gladstone στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *